Κυριακή 27 Ιουνίου 2010

Υάκινθος ο μύθος-Ὑακινθία-γιορτή του μήνα Εκατομβέως


Ο Υάκινθος ήταν ακόμη μια βλαστική θεότητα,

( ο μύθος μιλά για την φύση που συνεχώς αναγεννάται, μια ανάσταση, όπως θα λέγαμε σήμερα).

Ένα λουλούδι που βλάστησε μετά τον θάνατο της βλαστικής θεότητας που ταυτίστηκε με τον Απόλλωνα τον Αμυκλαίο.

Υακίνθια ή Ὑακινθία· ήταν γιορτή που τελούνταν κάθε χρόνο από τους Αμυκλαίους και τους Σπαρτιάτες.
Οι συγγραφείς δε συμφωνούν για το όνομα της θεότητας προς τιμήν της οποίας τελούνταν η γιορτή.
Άλλοι την αναφέρουν ως γιορτή προς τιμήν του Αμυκλαίου ή του Καρνείου Απόλλωνος, ενώ άλλοι την αναφέρουν ως γιορτή αφιερωμένη στον ήρωα Υάκινθο.


Ως τρίτη και πιθανότερη μαρτυρία αναφέρεται η γιορτή του Αμυκλαίου Απόλλωνος και του Υακίνθου. Ακόμη και το μνήμα του Υακίνθου βρίσκονταν κάτω από άγαλμα του Απόλλωνα:

καὶ Ὑακίνθου μνῆμά ἐστιν ἐν Ἀμύκλαις ὑπὸ τὸ ἄγαλμα τοῦ Ἀπόλλωνος.

Ο Αμυκλαίος Απόλλων με τον οποίο ταυτίστηκε στους νεότερους χρόνους ο Υάκινθος, προφανώς ήταν άλλη θεότητα από την εθνική θεότητα των Δωριέων.
Τα Υακίνθια οφείλουν το όνομα τους στο νεαρό ήρωα Υάκινθο, όνομα που είναι όμοιο με το άνθος υάκινθο, το γνωστό μας ζουμπούλι, γιούλι, το οποίο για τους αρχαίους Έλληνες ήταν σύμβολο θανάτου.

Ο μύθος θέλει τον Υάκινθο γιο του Αμύκλου και της νύμφης Διομήδης.
Ἀμύκλα δὲ καὶ Διομήδης τῆς Λαπίθου Κυνόρτης καὶ Ὑάκινθος.

(Σύμφωνα με άλλο μύθο μητέρα του Υάκινθου ήταν η Κλειώ η κόρη του Πιέρου του Μάγνητος)

Ο τριπόθητος, πανέμορφος νεαρός Υάκινθος ήταν εγκάρδιος φίλος του Απόλλωνα, μαθητής του και ερωμένος του με την παιδαγωγική έννοια του όρου.
(Δηλαδή ο μαθητής θαυμάζει το δάσκαλο, τον αγαπάει πολύ, και θέλει να του μοιάσει σε όλα, τον έχει δηλαδή ως πρότυπο. Αντίστοιχα ο δάσκαλος ανακαλύπτει έναν μαθητή με ιδιαίτερο ταλέντο, που αξίζει να του προσφέρει τις γνώσεις του απλόχερα.)
Βλέποντας λοιπόν ο Απόλλωνας τα πολυποίκιλα ταλέντα του νεαρού Υάκινθου, του δίδαξε την τοξευτική τέχνη (να τοξεύει), τη μαντική και την πάλη.




Κύριο μέλημα του θεού ήταν να του διδάξει τη μουσική, έτσι με τη λύρα του, του δίδαξε να είναι καλλίφωνος. Ο Υάκινθος είχε μεγάλη κλίση στη μουσική και με τη λύρα του συνεχώς υμνούσε το δάσκαλο του Απόλλωνα.
Ο Απόλλων χάρισε στον Υάκινθο κύκνους, τα αγαπημένα πουλιά του θεού, ώστε να ανεβαίνει στη ράχη τους και να περιπολεί τους κεραυνόβλητους, δηλαδή τους αγαπημένους ιερούς τόπους του θεού (τα ενηλύσια χωρία).

Παράλληλα με τον Απόλλωνα όμως τη χάρη και το ταλέντο του νεαρού Υάκινθου, θαύμαζε και ο θεός Ζέφυρος, ο άνεμος, δίχως όμως να λαμβάνει και τον αντίστοιχο θαυμασμό του νεαρού, ο οποίος δεχόταν πάντοτε την φιλία του θεού, διασκέδαζε μαζί του, έπαιζαν και ασκούνταν, αλλά ο θαυμασμός του Υάκινθου για τον Απόλλωνα ήταν εμφανής.

Ὑάκινθος Ἀμυκλαῖον ἦν μειράκιον καὶ καλόν· εἰς
τοῦτον εἶδε μὲν ὁ Ἀπόλλων, εἶδε δὲ καὶ ὁ Ζέφυ-
ρος· καὶ ἄμφω κατείχοντο τῇ μορφῇ, καὶ φιλότιμος
ἦν ἀφ' ὧν εἶχεν ἑκάτερος
.


Έτσι ζήλεψε παράφορα ο Ζέφυρος κατάστρωσε ένα πανούργο σχέδιο και περίμενε την κατάλληλη στιγμή να το εφαρμόσει.
Έτσι μια μέρα στις όχθες του Ευρώτα ποταμού, όταν ο Απόλλωνας και ο Υάκινθος ασχολούνταν με το άθλημα του δίσκου, ο Ζέφυρος φύσηξε δυνατά από την πλευρά του Ταΰγετου,  κι ο δίσκος που πέταξε ο Απόλλωνας άλλαξε πορεία και χτύπησε στο κεφάλι τον νεαρό Υάκινθο. 
Πηκτό αίμα κάλυψε τα μελαχρινά μαλλιά του και έπεσε στη γη.
Το αίμα του πότισε τη γη.


Με μεγάλη θλίψη και οδύνη ο Απόλλωνας έθαψε το σώμα του νεαρού στη γη.

Η μάνα Γη δεν άντεξε την οδύνη του θεού και στη θέση του θαμμένου σώματος του Υάκινθου, βλάστησε πανέμορφο λουλούδι,

ἡ δὲ Γῆ ἐλεεῖ τὸ πάθος καὶ ἀνῆκε τὸ ἄνθος.

που στα φύλλα του ήταν γραμμένος ο ύμνος που αφιερώθηκε στη μνήμη του,
(ἐπαιάζοντα-ἐπιθρηνοῦντα*], λέγεται γὰρ ἐν τοῖς φύλλοις τῶν ὑακίνθων ἐπιγεγράφθαι τὸ πρῶτον γράμμα τοῦ Ὑακίνθου).

για να δηλώνει στα βάθη των αιώνων τα φιλικά αισθήματα της μάνας Γης και τη συμπαράσταση της προς το θεό που θρηνούσε.

καὶ ὁ μὲν ἐτεθνήκει, τὴν Γῆν δὲ οὐκ ἦν
ἔρημον ὑπομνήματος ἀφεῖναι τὴν συμφοράν, ἀλλὰ τὸ
ἄνθος ἀντὶ τοῦ μειρακίου γίνεται καὶ τοὔνομα δέχεται.
λέγουσι δ' ὅτι καὶ τῆς προσηγορίας ἐν φύλλοις ἐπι-
γέγραπται τὸ προοίμιον.


Τα Υακίνθια διαρκούσαν τρεις ημέρες, αρχίζοντας από τη μεγίστη ημέρα του Σπαρτιατικού Εκατομβέως (Αττικού Εκατομβαιώνος), όταν πια τα χειμερινά-εαρινά τρυφερά άνθη, επηρεάζονται από τη θερμότητα του ήλιου και μαραίνονται πλήρως.
Τότε απομένουν μόνο οι βολβοί τους θαμμένοι στη γη, σύμβολο ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ, σήμερα θα λέγαμε ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ.
Την 1η και 3η ημέρα, προσέφεραν θυσίες αφιερωμένες στους νεκρούς και θρηνούσαν το θάνατο του Υακίνθου.

Μια γιορτή θρήνου για το θάνατο και χαράς για την ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ-ΑΝΑΣΤΑΣΗ, καθώς η μάνα γη θα φυλάξει στα σπλάχνα της το νεκρό θεό-ήρωα, βολβό, που την επόμενη χρονιά θα βλαστήσει και πάλι ως άνθος.

Η αρχέγονη λατρεία της φύσης σιγά-σιγά στη συνείδηση των ανθρώπων ταυτίζεται με τα μυστήρια του θανάτου και την ελπίδα για νέα ζωή, πνευματική, πιο κοντά στο ΘΕΙΟ.
Στη θεολογία ο υάκινθος μιμούμενος το σώμα του ουρανού, δηλώνει την ψυχή που ενδεδυμένη το ουράνιο χρώμα, απαλλάσσεται από τη γήινη υπόσταση της, μετεωρίζεται μέχρι να βρει το δρόμο της προς το θείο.
Τα δάκρυα για τον Υάκινθο δε δηλώνουν απλά θρήνο για το νεκρό, αλλά θρήνο για όσους έμειναν πίσω από το θάνατο, ανίκανοι να γνωρίσουν ό,τι συμβαίνει μετά το σωματικό θάνατο.
Ακόμη και στο Χριστιανισμό επικράτησε ο ίδιος ακριβώς συμβολισμός.
Ο ΥΑΚΙΝΘΟΣ είναι σύμβολο παντός βίου.
Ἔστι δὲ καὶ τοῦ παντὸς βίου σύμβολον.

Για το θάνατο του ήρωα, στη θυσία της γιορτής, απέφευγαν να τρώνε άρτο και δε στεφάνωναν τα κεφάλια τους, διότι από υάκινθο και ία είχαν φτιαχτεί τα πρώτα στεφάνια
(τὰ πρῶτα λέγοντι: ἐν τοῖς στεφάνοις τὸ ἴον καὶ τὴν ὑάκινθον).

Δεν τραγουδούσαν παιάνες και απέφευγαν οτιδήποτε ευχάριστο, απλά με μεγάλη τάξη δειπνούσαν και απέρχονταν από τα δείπνα.

ὅτι τὴν μὲν τῶν Ὑακινθίων θυσίαν οἱ
Λάκωνες ἐπὶ τρεῖς ἡμέρας συντελοῦσι, καὶ διὰ τὸ πέν-
θος τὸ γενόμενον περὶ τὸν Ὑάκινθον οὔτε στεφανοῦνται
ἐπὶ τοῖς δείπνοις οὔτε ἄρτον εἰσφέρουσιν, ἀλλὰ πέμματα
καὶ τὰ τούτοις ἀκόλουθα διδόασι, καὶ τὸν εἰς τὸν θεὸν
παιᾶνα οὐκ ᾄδουσιν, οὔτ' ἄλλο τι τοιοῦτον εἰσάγουσιν
οὐδὲν, καθάπερ ἐν ταῖς ἄλλαις θυσίαις ποιοῦσιν· ἀλλὰ
μετ' εὐταξίας πολλῆς δειπνήσαντες ἀπέρχονται.

Τη δεύτερη μέρα όμως γινόταν μεγάλη και αξιόλογη πανήγυρις.
Κανένας δεν έλειπε από τις θυσίες, άδειαζε η πόλη, ώστε όλοι να παρακολουθήσουν τη γιορτή, ακόμη και οι δούλοι.
Η σπουδαιότητα που απέδιδαν οι Αμυκλαίοι και οι Σπαρτιάτες στη γιορτή φαίνεται καθαρά από το γεγονός πως ακόμη κι όταν βρίσκονταν σε εκστρατεία, επέστρεφαν για να γιορτάσουν και να μετάσχουν στην τελετή, ή αν βρίσκονταν μακριά από την πατρίδα τους γιόρταζαν τη γιορτή στα στρατόπεδα τους.
Στη συνθήκη Αθήνας-Σπάρτης (421π.Χ), οι Αθηναίοι για να δείξουν την ευμένεια τους προς τους Σπαρτιάτες, υποσχέθηκαν να προσέρχονται κάθε χρόνο στη Λακεδαίμονα και να παρακολουθούν τα Υακίνθια.


[Ο υάκινθος ως φυτό αναφέρεται στα Ομηρικά έπη, στην Ιλιάδα

καὶ τῷ Διῒ Γῆ “νεοθηλέα ποίην” ἀναδίδωσι


“λωτόν τ' ἐρσήεντα ἠδὲ κρόκον ἠδ' ὑάκινθον” ….



Είπε, κι' αρπάει το τέρι του στην αγκαλιά του ο Δίας.
Κι' η Γης τους βγάζει νιόβλαστο και μαλακό χορτάρι,
γιούλια τους βγάζει ολόδροσα βασιλικούς και κρίνους
πυκνούς, που έτσι αψηλά απ' της γης το χώμα τους κρατούσαν….

(Μετάφραση: Αλέξανδρος Πάλλης)

Όπου αναφέρει ο Όμηρος ότι για να ξαπλώσει ο Δίας με την Ήρα βλάστησε η γη πρώτα τον λωτό τον κρόκο τον υάκινθο, πάνω σε μαλακό χορτάρι…. Κι έφτιαξε ο Δίας ένα άνθινο στρώμα ως νυφικό κρεβάτι, για να κοιμηθεί με την ποθητή ΉΡΑ.


Γι’ αυτό μέχρι σήμερα στολίζουμε με άνθη το νυφικό κρεβάτι και τα άνθη παίζουν πρώτο ρόλο στους γάμους.


Με αυτά τα ίδια λουλούδια τον κοίμισε η ΉΡΑ στην Ιλιάδα για να τον ξεγελάσει.]




Η γιορτή Υακίνθια είναι ακόμη μια γιορτή αφιερωμένη στις τροπές του
ΗΛΙΟΥ-ΑΠΟΛΛΩΝΑ.
Μήνυμα αισιοδοξίας, ότι πεθαίνει αναγεννάται-ανασταίνεται!!!



Αυτή η εργασία χορηγείται μόνον με άδεια
Creative Commons License
Creative Commons Αναφορά προέλευσης-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 3.0 Μη εισαγόμενο.

Απαγορεύεται η αντιγραφή, ή αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή ολική ή μερική ή περιληπτική ή η απόδοση κατά παράφραση ή διασκευή του περιεχομένου των δημοσιεύσεων του ιστολογίου, με οποιονδήποτε τρόπο, μηχανικό, ηλεκτρονικό, ή άλλο χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια της συγγραφέως, σύμφωνα με το νόμο 2121/1993 και κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, που ισχύουν στην Ελλάδα.

Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2010

γαΐτανάκι- ο μύθος του Άττι-ήλιου και της αμυγδαλιάς



Για να γίνει κατανοητή η ρίζα του εθίμου που θέλει τους νέους να χορεύουν γύρω από το γαΐτανάκι τις ημέρες της αποκριάς, μέχρι τις μέρες μας σε πολλά μέρη της Ελλάδος πρέπει να δούμε το μύθο του Άττιδος.

Ο Άττις ήταν ο νεαρός ακόλουθος της Μητέρας θεάς Κυβέλης.

Οι Φρύγες ήταν λαός που κατοικούσε στη Θράκη, την πανάρχαιη εκείνη εποχή Θράκη λεγόταν όλη η περιοχή πάνω από τη Θεσσαλία, δηλαδή η Μακεδονία, η σημερινή Θράκη μέχρι το Βυζάντιο και ψηλά όλη τη σημερινή Βουλγαρία, μέχρι περίπου τη σημερινή Ρουμανία, στον ποταμό Ίστρο το σημερινό Δούναβη.
Φρυγία λεγόταν η περιοχή που σήμερα βρίσκεται η Ημαθία, εκεί ήταν το βασίλειο του βασιλιά Μίδα του Γόρδιου, που η περιοχή του βασιλείου του ήταν τόσο εύφορη που ακόμη και τα τριαντάφυλλα γινόταν διπλά, με εξήντα φύλλα.
Όταν οι Φρύγες έγιναν πολλοί και δεν τους χωρούσε ο τόπος, μετανάστευσαν στη Μικρά Ασία, στην περιοχή της Λυδίας και εκεί έφτιαξαν το νέο τους βασίλειο, παίρνοντας μαζί τους τα έθιμα και τις συνήθειες τους καθώς και τη λατρεία των θεών τους.
Οι Φρύγες ως πανάρχαιος λαός λάτρευαν και μια πανάρχαιη θεότητα τη Μητέρα θεά Κυβέλη που ταυτίζεται με τη Μητέρα θεά Ρέα, μητέρα θεών και ανθρώπων.

Η θεά αυτή λατρευόταν από όλους τους Θρακικούς λαούς στα Καβείρια Μυστήρια της Σαμοθράκης, πριν και μετά τους κατακλυσμούς. Το ότι η θεά ταυτίζεται απόλυτα με τη Μητέρα θεά της Μινωικής εποχής ή τη Ρέα, δεν θα πρέπει να μας ξενίζει, διότι οι Κρήτες θαλασσοπόροι όργωναν όλον το γνωστό τότε κόσμο με τα πλοία τους, και η λατρεία της θεάς Μητέρας ήταν κοινή στους λαούς.

Το λιοντάρι ήταν το ιερό ζώο της Μητέρας θεάς Κυβέλης, διότι αυτό από όλα τα ζώα θεωρήθηκε το ισχυρότερο από όλα τα ζώα, ο βασιλιάς των ζώων, που το είδος του αφθονούσε σε όλη τη Θράκη και την Μ. Ασία. Το άρμα της θεάς το έσερναν λιοντάρια.


Σύμφωνα με το μύθο η γέννηση της θεάς Γαίας-Ρέας-Κυβέλης, έχει ως εξής:

Στη Φρυγία ο Ουρανός (που ταυτίζεται με το Δία) άφησε να πέσει ένας σπόρος στη γη
με διπλή φύση, αρσενική και θηλυκή.
 
Από το σπόρο βλάστησε ένα πανέμορφο δέντρο η αμυγδαλιά που μέσα της κατοικούσε μια Νύμφη που λεγόταν Άγδηστις, που ταυτίζεται με την κόρη του ποτάμιου θεού Σαγγάριου. 
Η κόρη έκοψε τους καρπούς του δέντρου και τους άφησε να πέσουν πάνω στο γυμνό στήθος της. Αμέσως η Άγδηστις εξαφανίστηκε και από αυτήν και το δέντρο γεννήθηκε ο Άττις. Το μωρό ανέθρεψε μια κατσίκα που ταυτίζεται με την Αμάλθεια που έθρεψε τον μικρό Δία.


Ο Άττις όσο μεγάλωνε γινόταν πανέμορφος με μια παιδική αθωότητα 
που τον έκανε ακόμη πιο γοητευτικό.

Η θεά Κυβέλη όταν αντίκρυσε τον πανέμορφο αγνό αυτό νεαρό θέλησε 
να τον κάνει ακόλουθο και ιερέα στα μυστήρια της λατρείας της.
Απαίτησε από τον Άττι πλήρη αγνότητα, και 
απομάκρυνση από σωματικές και σαρκικές απολαύσεις.

Ο Άττις ήταν πιστός ακόλουθος της θεάς, μέχρι που συνάντησε την κόρη του ποταμού Σαγγάριου, την πανέμορφη Άγδηστι, που έσμιξε μαζί της κάτω από το ιερό της δέντρο, σύμφωνα με άλλη εκδοχή του μύθου.

Μόλις όμως αναλογίστηκε την αθέτηση της υπόσχεσης του στη θεά, αυτοευνουχίστηκε
(έκοψε τα γεννητικά του όργανα) και πέθανε αιμόφυρτος. 
Μάταια οι ιερείς της Κυβέλης προσπαθούσαν να τον επαναφέρουν στη ζωή. Αμέσως στην Φρυγία έπεσε λιμός, διότι η γη έμεινε άκαρπη για το λόγο αυτό η Μητέρα θεά όρισε κάθε χρόνο να τιμούν οι ιερείς της που λεγόταν Γάλλοι, τη μνήμη του πιστού ακολούθου της.

....κατὰ δὲ τὴν Φρυγίαν ἐμπεσούσης νόσου τοῖς ἀνθρώποις καὶ τῆς γῆς ἀκάρπου γενομένης, ἐπερωτησάντων τῶν ἀτυχούντων τὸν θεὸν περὶ τῆς τῶν κακῶν ἀπαλλαγῆς προστάξαι φασὶν αὐτοῖς θάψαι τὸ Ἄττιδος σῶμα καὶ τιμᾶν τὴν Κυβέλην ὡς θεόν. 
Στα έργα τέχνης ο Άττις παρουσιάζεται ως ποιμένας με έναν αμνό στον ώμο ή στα πόδια του, να παίζει αυλό.


Πάντοτε ως γνήσιο Φρύγας φορά τον φρυγικό κωνικό γαλάζιο σκούφο που δηλώνει τον έναστρο ουρανό.
 

Τὴν δὲ τά τε ἄλλα πάντα ἐπιτρέψαι αὐτῷ καὶ τὸν ἀστερωτὸν ἐπιθεῖναι πῖλον· 

ἀλλ' εἰ τὴν κορυφὴν σκέπει τοῦ Ἄττιδος ὁ φαινόμενος οὐρανὸς οὑτοσί....

Άλλη εκδοχή του μύθου θέλει τον Άττι ευνούχο εκ γενετής.
Ο Δίας εξοργίστηκε όταν τον είδε να λαμβάνει μέρος στα Μυστήρια (όργια) της Μητέρας θεάς, έστειλε έναν κάπρο που μαζί με άλλους κατοίκους της Φρυγίας, σκότωσε και τον Άττι. 
(ταύτιση με τον Άδωνι)
Σε άλλο μύθο η Άγδηστις ήταν κόρη του ποταμού Σαγγάριου που την ερωτεύτηκε τρελλά ο Άττις και ζήλεψε η Κυβέλη. Όταν ο Άττις πήγαινε να νυμφευτεί την Άγδηστι η Κυβέλη έστειλε τη μανία και την τρέλα να καταλάβουν τον Άττι, που έκοψε τα γεννητικά του όργανα και πέθανε. Άλλη εκδοχή του μύθου λέει ότι η Κυβέλη έκοψε το δέντρο που κατοικούσε η Νύμφη και έτσι βρήκε τραγικό θάνατο και η Νύμφη κι όταν είδε αιμόφυρτο τον αγαπημένο της ακόλουθο τον λυπήθηκε και τον μεταμόρφωσε σε ένα είδος πεύκου.

Γι’ αυτό το πεύκο ήταν το αγαπημένο δέντρο της Μητέρας θεάς.
(στόλιζαν όμως και κυπαρίσι που έχει ωραίο σχήμα που θυμίζει λυγερόκορμο παλικάρι, έθιμο που έφτασε μέχρι τις μέρες μας, σε γιορτές αναγέννησης της φύσης) 



Οι ιερείς στην τελετή εορτασμού του, λάτρευαν τον Άττι σταυρωμένο πάνω σε ένα δέντρο πεύκου, δεμένο στα πάθη του, και στο τέλος της γιορτής έκοβαν με ευλάβεια αυτό το δέντρο. 

Κάτω από το δέντρο τοποθετούσαν ένα λευκό κριάρι
(ο βασιλιάς ήλιος στο ζώδιο του κριού). 



Το μυστήριο του Άττι διαρκούσε τρεις μέρες, βυθισμένες στη θλίψη και το πένθος. Μέχρι που ερχόταν η γιορτινή μέρα, η ιλαρή, της ανάστασης του από τη θεά Κυβέλη, ήταν η μέρα της κυριαρχίας του φωτός ενάντια στο σκότος. Οι ημέρες που θα χάριζαν γονιμότητα στα πάντα, ευτυχία στους ανθρώπους που θα είχαν καλή σοδειά. 


Στις γιορτές που καθιερώθηκαν να γιορτάζεται ο Άττις, 
ο λαός στόλιζε δέντρα, κυρίως πεύκα καθώς ο κορμός τους είναι ευθυτενής (ίσιος)

(πρώτο στολισμένο ολόκληρο δέντρο στον κόσμο, προάγγελος του Χριστουγεννιάτικου δέντρου) 


με λουλούδια, στεφάνια, κουδουνάκια, κορδέλες αλλά και καρπούς της Μητέρας Γης και κρεμούσαν διάφορες κορδέλες από αυτό, τις οποίες κρατούσαν και χόρευαν, ως ένδειξη χαράς για την αναγέννηση του (ανάσταση) του από τη Μητέρα των Θεών 
που τον κράτησε αγνό για πάντα κοντά της. 
.... ἡ Μήτηρ τῶν θεῶν σκιρτᾶν τε καὶ χορεύειν τῷ παγκάλῳ τούτῳ 
καὶ ταῖς ἡλιακαῖς ἀκτῖσιν ἐμφερεῖ τῷ νοερῷ θεῷ, τῷ Ἄττιδι.


Είναι το γνωστό μας γαϊτανάκι, που το όνομα του το οφείλει στις κορδέλες που ήταν μακριές, τα γαϊτάνια, επειδή τα πιο πρόσφατα χρόνια, τέτοιες κορδέλες αγόραζαν από την Ιταλία. 

 
Το έθιμο όμως είναι αρχαίο Φρυγικό.

Οι κορδέλες που κρεμόταν από το δέντρο παρίσταναν τις ζεστές ακτίδες του ήλιου.

Για το λόγο αυτό οι χορευτές του γαϊτανιού είναι πάντοτε δώδεκα (12) και ένας που χρειάζεται για να κρατάει το στύλο.
Δώδεκα είναι οι μήνες του χρόνου, δώδεκα οι χορευτές σε ζευγάρια, άνδρες γυναίκες, χορεύουν πλέκοντας τις χρωματιστές κορδέλες μια φορά προς τα μέσα, μια προς τα έξω, ο αέναος κύκλος του χρόνου αλλά και της ζωής εναλλάσσονται συνεχώς.

Συμβολικά είναι ο χορός των Ωρών, θυγατέρων του Διός και της Θέμιδος, που ήταν θεότητες του χρόνου,
πάντοτε ήταν κυκλικός ο χορός τους στη μυθολογία.
Ήταν τρεις, η Θαλλώ, η Αυξώ και η Καρπώ, ακόλουθες του Διονύσου και του Πάνα.Αυτές είχαν επωμιστεί τη ρύθμιση του χρόνου, καθώς ήταν βοηθοί του Ήλιου.
Ως βοηθοί της Χλωρίδος όριζαν τη βλάστηση κάθε καρπού.
Αναφέρονται και ως κόρες του Χρόνου και της Γαίας και ήταν δώδεκα.

Το γαϊτανάκι είναι οι εποχές και τα γυρίσματα του καιρού, όπως ακριβώς και η ζωή με τις χαρές και τις λύπες της, τη ζωή και τη θάνατο, η φύση που συνεχώς αναγεννάται, η άνοιξη μετά το σιωπηλό και κρύο χειμώνα που τα πάντα κοιμούνται στην αγκαλιά της Μεγάλης Μητέρας Θεάς, της ΦΥΣΗΣ-ΚΥΒΕΛΗΣ.

Είναι η ψυχή το αγνό πνεύμα που υποκύπτει στην ύλη και φθείρεται, αλλά ξεπερνώντας τα πάθη σταδιακά μέσω της κάθαρσης-αυτό συμβολίζουν οι μέρες τις νηστείας που έρχονται μετά την αποκριά-θα οδηγηθεί και πάλι μέσω της πνευματικότητας στην τελειότητα, σε άλλον κόσμο, άυλο και ανώτερο.



Το έθιμο συνεχίστηκε για πολλά χρόνια και πέρασε και στους Ρωμαϊκούς πληθυσμούς που το διέδωσαν σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης που κατέκτησαν.
Έτσι το γαϊτανάκι χορεύτηκε από όλους τους λαούς της Ευρώπης και πέρασε και στην απέναντι μεγάλη ήπειρο. 


Είναι λυπηρό που ξεχάστηκαν τόσες όμορφες παραδόσεις και ντροπή μας που δεν κάνουμε προσπάθειες να ψάξουμε και να ανακαλύψουμε τις ρίζες τους και διαβάζουμε χίλιες δυο ανοησίες που γράφονται σε παλιοφυλλάδες ή ακούμε όσα λένε οι φαφλατάδες πατριδοκάπηλοι, όταν η αρχαία ελληνική γραμματεία είναι εκεί και περιμένει να την ανακαλύψουμε.
Αν και έχουν διασωθεί ελάχιστα από αυτήν ο πλούτος της είναι αστείρευτη πηγή μάθησης και διδαχής. Η ιστορία της Ευρώπης δεν άρχισε από τους Ρωμαίους, εδώ είναι η κοιτίδα του παγκόσμιου πολιτισμού, δυστυχώς τα σημερινά της τέκνα, είναι ημιμαθή για να μην πω τελείως αγράμματα και επαναπαύονται στις δάφνες και τη σοφία των προγόνων, πιστεύοντας ότι είναι παιδιά θεών.
Παιδί θεών για να γίνεις πρέπει να αγγίξεις την πνευματικότητα, πρέπει να καταβάλλεις χρόνο και κόπο, πρέπει να μάθεις, ΟΧΙ να προφέρεις μεγαλόστομες κουβέντες, αλλά να μάθεις τις σοφές κουβέντες που είπαν οι σοφοί μας δάσκαλοι για μας και μεις αντί να τις βάλουμε στο μυαλό και την καρδιά, να ομορφαίνουν την ψυχή μας, τις χαρίσαμε παντού και τις ξεχάσαμε, χάσαμε το νόημα τους.

 
Οι ιερείς της θεάς-μητέρας λεγόταν Γάλλοι, λάτρευαν τον αγαπημένο της Κυβέλης Άττι, ο οποίος ακρωτηρίασε τα γεννητικά του μέλη, για να φτάσει στη θέωση 
(η κίνηση αυτή δείχνει ότι για να φτάσεις σε ανώτερο πνευματικό επίπεδο, πρέπει να αποποιηθείς όλα τα υλικά αγαθά και τις σωματικές ανάγκες).
Οι ιερείς της Μεγάλης Μητέρας θεάς, ακρωτηρίαζαν τα γεννητικά τους όργανα, γύριζαν τα σπίτια και με «αγερμό» (έρανο), δέχονταν ρούχα γυναικεία που τους προσέφεραν οι κοπέλες.


Οι ιερείς αυτοί, όταν γιόρταζαν το θάνατο του Άττι, κρατούσαν στα χέρια τους αυγά, σε πομπή με κομμένο δέντρο, θρηνούσαν το χαμό του Άττι, και στο τέλος της γιορτής έθαβαν μέσα στη γη το ομοίωμα του θνητού, που έγινε θεός, μαζί με δυο κόκκινα αυγά που ήταν οι ματωμένοι όρχεις του θεού, που αποποιήθηκε όλες τις σαρκικές ηδονές και επιθυμίες, για να γίνει ο αγαπημένος της Μητέρας Κυβέλης, το θείο δεν έχει ανάγκη φύλου

(παρόμοιοι μύθου Διόνυσου με δυο φύσεις ανδρική θηλυκή, Άδωνι, Ήλιου, Ερμαφρόδιτου).

Αργότερα, οι Ρωμαίοι υιοθέτησαν τα έθιμα των Φρυγών και τιμούσαν τον Άττι με τα Ιλάρια, γιορτές όπου οι ιερείς κουβαλούσαν το δέντρο σύμβολο του Άττι και με λαμπρές τιμές και σε πομπή κουβαλούσαν μεγάλα σκαλιστά αυγά στρουθοκαμήλου.

...Μετὰ δὴ τὸ σύμβολον τοῦτο, ὅτε ὁ βασιλεὺς Ἄττις ἵστησι τὴν ἀπειρίαν διὰ τῆς ἐκτομῆς, ἡμῖν τε οἱ θεοὶ κελεύουσιν ἐκτέμνειν καὶ αὐτοῖς τὴν ἐν ἡμῖν αὐτοῖς ἀπειρίαν καὶ κινεῖσθαι ἐκ τούτων, ἐπὶ δὲ τὸ ὡρισμένον καὶ ἑνοειδὲς καί, εἴπερ οἷόν τέ ἐστιν, 

αὐτὸ «τὸ Ἓν» ἀνατρέχειν· οὗπερ γενομένου, πάντως ἕπεσθαι χρὴ τὰ Ἱλάρια.
 
Η λατρεία του Άττι ξέφυγε από τα όρια και τους πραγματικούς συμβολισμούς της, και οι ιερείς ήταν τόσο γυναικωτοί και κατέφευγαν σε τόσα όργια, και σοδομισμούς που αποτελούσαν πρόκληση, με αποτέλεσμα να χάσει η λατρεία του Άττι το ουσιαστικό της νόημα.

Ο Άττις αντιπροσωπεύει τον διπλό χαρακτήρα της φύσης, όπου συνυπάρχουν 

το αρσενικό και το θηλυκό σε μια μορφή. Το θείο δεν έχει φύλο.
Ο μύθος είναι γεμάτος συμβολισμούς.

Η ψυχή γονιμοποιεί το σώμα που είναι γεννημένο από ύλη, πέφτει σιγά-σιγά μέσα στην ύλη, φθείρεται καθώς πορεύεται το σώμα πάνω στη γη οδηγείται σε πάθη, αλλά όταν ο άνθρωπος αποκτήσει αυτοσυνείδηση, τότε σταδιακά θα οδηγήσει την ψυχή του στην κάθαρση και την πνευματικότητα, οδηγώντας την τελικά προς την τελειότητα.

Η ψυχή, που κατά την γένεση είναι καθαρή, (ο νεαρός αγνός Άττις) και αποτελεί όχημα για την κάθαρση, όταν το σώμα δεσμεύεται από ηδονές σωματικές και υλικές, η εκτομή των γεννητικών οργάνων αυτήν ακριβώς την κάθαρση συμβολίζει, για να αρχίσουμε σιγά-σιγά να κατανοούμε τα βαθύτερο νόημα των μύθων, που σα παιδιά από την μια μας προκαλούσαν θαυμασμό, επειδή όμως δεν τους κατανοούσαμε προκαλούσαν φόβο και αποτροπιασμό, όπως συμβαίνει και με πολλούς ακόμη και σήμερα, που κυρίως θέλουν να πλήξουν την αρχαιότατη πολιτισμική μας κληρονομιά, θέλοντας να παρουσιάσουν ως κτήνη τους θεούς της αρχαίας θρησκείας, και τους ήρωες της μυθολογίας και όχι σα γνώσεις καλυμμένες και συμβολισμούς.


Ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης, και πολλοί φιλόσοφοι σαφώς εμπνεύστηκαν από τους Ορφικούς. Ο Πρόκλος αναλύοντας και σχολιάζοντας τον Πλάτωνα και τα έργα του, αναφέρει σαφέστατα, ότι ο ΥΠΕΡΤΑΤΟΣ ΘΕΟΣ, αυτός που δημιουργεί και εξουσιάζει τα πάντα είναι ΕΝΑΣ, τον ονομάζει Δία, και σημειώνει ότι όλοι οι θεοί του δωδεκαθέου συγκεντρώνονται σε μια θεότητα, και τα ονόματα τους δηλώνουν τις επί μέρους ιδιότητες του ενός, και κάτω από το βλέμμα του κατοικούμε όλοι στη γη:

«ΑΥΤΗ ΔΕ ΖΗΝΟΣ ΚΑΙ ΕΝ ΟΜΜΑΤΙ, ΠΑΤΡΟΣ ΑΝΑΚΤΟΣ, ΝΑΙΟΥΣ’ ΑΘΑΝΑΤΟΙ ΟΙ ΘΕΟΙ, ΘΝΗΤΟΙ, Τ’ ΑΝΘΡΩΠΟΙ, ΟΣΣΑ ΤΕ ΗΝ ΓΕΓΑΩΤΑ ΚΑΙ ΥΣΤΕΡΟΝ ΟΣΣΑ ΕΜΕΛΛΕΝ»

(Σ’ αυτήν, στα μάτια του Δία, πατέρα βασιλέα, κατοικούν και οι αθάνατοι θεοί και οι θνητοί άνθρωποι, και όσα έχουν γίνει και όσα μέλλει να γίνουν).


Η γνώση ποτέ δεν ήταν για τους πολλούς, τα μυστήρια ήταν απόκρυφα, η γνώση έπρεπε να διαφυλαχτεί, τα μυστήρια επιβάλλουν μυστικότητα, το όνομα των θεών ιδιαίτερα του Διόνυσου-Δήμητρας-Κόρης, δεν πρέπει να προφέρονται, οι θεότητες είναι απρόσιτες, ανερμήνευτες, επιβάλλουν πλήρη μυστικότητα.

διαβάστε και άλλα έθιμα που έχουν σχέση με τη λατρεία του Άττιδος.

το έθιμο του Ζαφείρη το Μαγιόξυλο το γαϊτανάκι









© Απαγορεύεται η αντιγραφή, ή αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή ολική ή μερική ή περιληπτική ή η απόδοση κατά παράφραση ή διασκευή του περιεχομένου των δημοσιεύσεων του ιστολογίου, με οποιονδήποτε τρόπο, μηχανικό, ηλεκτρονικό, ή άλλο χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια της συγγραφέως, σύμφωνα με το νόμο 2121/1993 και κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, που ισχύουν στην Ελλάδα.

Creative Commons License
Creative Commons Αναφορά προέλευσης-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 3.0 Μη εισαγόμενο.

Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2010

ΚΟΒΑΛΟ-ΜΑΣΚΑ


Στην Ελληνική γλώσσα η μάσκα ονομάζεται κόβαλο από το ρήμα κοβαλικεύω που σημαίνει παίζω το ρόλο του κατεργάρη, εξαπατώ.
Αυτές τις ημέρες λόγω αποκριών οι μάσκες έχουν την τιμητική τους.
Το γεγονός αυτό μου δίνει την αφορμή να φιλοξενήσω στο ιστολόγιο μου αποσπάσματα από το βιβλίο της Ευγενίας Κούκουρα
ΔΙΨΑ ΓΙΑ ΖΩΗ ΧΩΡΙΣ ΤΕΛΟΣ
που θέμα του είναι η ιστορία των φαγιούμ.



Στην αρχή του βιβλίου για να καταλάβει κανείς τι ακριβώς είναι τα φαγιούμ- πρόκειται για προσωπογραφίες που ακολουθούν κάθε άνθρωπο άλλοτε στη ζωή αλλά κυρίως στην άλλη ζωή- γίνεται μια αναφορά στις μάσκες που χρησιμοποιήθηκαν από αρχαιοτάτων χρόνων, μάσκες που αρχικά ήταν απόλυτα συνυφασμένες με τη λατρεία του θείου.
Η μάσκα ακολουθούσε τους βασιλείς στον τάφο τους, αλλά ήταν απαραίτητη και στο θέατρο και για στρατιωτικούς σκοπούς.


Όπως αναφέρεται στο βιβλίο:


Κοινός στόχος των ζωγράφων του Φαγιούμ και των ιμπρεσιονιστών, ήταν να συλλάβουν μια στιγμιαία «φωτογραφική εικόνα», να αποδώσουν, να αποτυπώσουν την αμεσότητα αυτού που βλέπουν.


Τα πορτραίτα παρέμειναν πιστά στην παράδοση της «φωτογραφικής πιστότητας».


Ο Πλίνιος ισχυρίζεται ότι η ζωγραφική των προσωπογραφιών μετέφερε ανά τους αιώνες το αληθινό ομοίωμα των μορφών.


Η ρεαλιστική ομοιότητα των πορτραίτων Φαγιούμ με το πρόσωπο του νεκρού παρηγορούσε την οικογένεια, που μπορούσε να δει τους οικείους της όποτε ήθελε.


Ενώ η παρουσία των πορτραίτων πάνω στα νεκρά σώματα, διατηρεί τη μεταφυσική τους δύναμη και τα πρόσωπα του θανάτου χαρίζουν αιωνιότητα στους θνητούς που απεικονίζουν.


Η αξία των προσωπογραφιών είναι μεγάλη για τους μελετητές της αρχαιότητας.


Παρέχουν πληροφορίες για την ενδυμασία, την κόμμωση, τα κοσμήματα και μας προσφέρουν μια συνολική εικόνα για την κοινωνία και τα μέλη της, που δεν περιορίζεται σε επιφανείς εκπροσώπους της, αλλά σε καθημερινούς ανθρώπους και όχι ήρωες ή θεούς. Ανθρώπους που έζησαν πριν από περισσότερα από δύο χιλιάδες χρόνια, πιο ζωντανούς κι από τους λογοτεχνικούς χαρακτήρες.






Αποσπάσματα από το βιβλίο της Ευγενίας Κούκουρα:


ΔΙΨΑ ΓΙΑ ΖΩΗ ΧΩΡΙΣ ΤΕΛΟΣ

Στην Αίγυπτο λένε ότι ο Ηρακλής επέμενε να δει τον Δία, αυτός όμως δεν ήθελε να γίνει ορατός από εκείνον (να του φανερώσει δηλαδή το θεϊκό του πρόσωπο).
Στο τέλος όμως, επειδή ο Ηρακλής επέμενε πολύ, ο Δίας λένε, μηχανεύτηκε τα εξής:
έγδαρε ένα κριάρι, του έκοψε το κεφάλι, το κράτησε μπροστά του και ντύθηκε το δέρμα του και έτσι παρουσιάστηκε.


Για το λόγο αυτό οι Αιγύπτιοι κατασκευάζουν το άγαλμα του Διός κριοπρόσωπο.



Από τους Αιγύπτιους το παρέλαβαν οι Αμμωνίτες, άποικοι Αιγυπτίων και Αιθιόπων των οποίων η γλώσσα είναι κράμα των δύο γλωσσών.
Οι Αιγύπτιοι αποκαλούν τον Δία Αμμούν, κι απ’ αυτό πήραν το όνομα τους Αμμώνιοι.
Επειδή ο θεός παρουσιάστηκε στον Ηρακλή ως κριάρι, οι Θηβαίοι της Αιγύπτου δεν θυσίαζαν τα κριάρια γιατί τα θεωρούσαν ιερά.
Μια φορά το χρόνο, κατά την εορτή του Διός σφάζουν ένα κριάρι, το γδέρνουν και ντύνουν με το δέρμα του το άγαλμα του Διός, όπως είχε ντυθεί ο θεός και μετά απ’ αυτό φέρνουν κοντά στο άγαλμα, άλλο το οποίο παριστάνει τον Ηρακλή. Αφού το κάνουν αυτό, αυτοί που ανήκουν στον ναό χτυπιούνται (χτυπούν τον εαυτό τους) σαν να πενθούν το κριάρι (θεό) και έπειτα το θάβουν μέσα σε ιερό φέρετρο.


Για τις μεταμφιέσεις των θεών ο Λουκιανός λέει ότι έγιναν εξ αιτίας του πολέμου και της επανάστασης των γιγάντων. Τότε οι θεοί φοβήθηκαν και ήρθαν στην Αίγυπτο, γιατί νόμισαν ότι εκεί θα κρύβονταν από τους εχθρούς τους.
Έτσι ο ένας απ’ αυτούς από τον φόβο του μεταμορφώθηκε σε τράγο, άλλος σε κριάρι άλλος σε άγριο θηρίο, ή πτηνό.



Γι΄ αυτό ακόμη και τώρα οι θεοί διατηρούν τις μορφές που πήραν τότε.
Όλα αυτά βέβαια είναι γραμμένα στα άδυτα για περισσότερα από δέκα χιλιάδες
(10.000) χρόνια.
Αν πας στην Αίγυπτο, τότε μόνο θα δεις πολλά σεβάσμια και αντάξια του ουρανού:


Τον Δία με πρόσωπο κριαριού.
Τον βέλτιστο (πάγκαλο) Ερμή κυνοπρόσωπο δηλαδή με πρόσωπο σκύλου.


Και τον Πάνα ολόκληρο με μορφή τράγου και κάποιον άλλο σαν ίβη ένα αιγυπτιακό πτηνό, το οποίο τρέφεται με σκουλήκια και υδρόβια ζώα, στο οποίο οι Αιγύπτιοι απένειμαν θεϊκές τιμές.
Και άλλον σαν κροκόδειλο ή σαν πίθηκο.



Ενώ ο θεός Δίας μεταμορφώθηκε και πήρε το πρόσωπο του κριαριού ο Ερμής μεταμορφώθηκε σε σκύλο: « μα τι έπαθε ο Ερμής και από νεαρούλης που ήταν έγινε κυνοπρόσωπος»; «μη το πολυψάχνουμε, γιατί εκείνος ξέρει καλύτερα τι κάνει».


Ο θεός λοιπόν παρουσιάστηκε στον άνθρωπο με προσωπίδα ζώου για να μην αποκαλύψει το αληθινό, το θεϊκό του πρόσωπο.


Κάποιοι άνθρωποι θέλησαν να παρουσιαστούν σαν θεοί στους άλλους ανθρώπους με τον εξής τρόπο: στην Αθήνα ο Μεγακλής κατηγορείτο πολύ από τους οπαδούς του, γι΄ αυτό ήρθε κρυφά σε συνεννόηση με τον Πεισίστρατο και του πρότεινε να τον βοηθήσει για να ανακτήσει την τυραννίδα εφ΄ όσον θα έπαιρνε ως σύζυγο την κόρη του. Ο Πεισίστρατος αποδέχθηκε την πρόταση και συμφώνησε με τους όρους, οπότε για να τον επαναφέρουν από την εξορία, κατέφυγαν στο εξής πάρα πολύ αφελές τέχνασμα (δεδομένου άλλωστε ότι οι Έλληνες ανέκαθεν διακρίνονταν από τους βαρβάρους, επειδή ήταν ευφυέστεροι και απαλλαγμένοι από την ηλίθια ευπιστία εκείνων) αν πράγματι κατά την εποχή εκείνη μέσα στην Αθήνα, της οποίας οι κάτοικοι φημίζονται ως οι ευφυέστεροι όλων των Ελλήνων, τόλμησαν να σοφιστούν τέτοιου είδους τέχνασμα.


Στον δήμο της Παιωνίας υπήρχε γυναίκα η οποία ονομαζόταν Φύα, η οποία είχε ανάστημα τεσσάρων πήχεων μείον τριών δακτύλων (περίπου 171 εκατοστά), κατά τα άλλα όμως όμορφη στην όψη. Την γυναίκα αυτή την έντυσαν με πανοπλία, την ανέβασαν πάνω σε άρμα και της υπέδειξαν ποια στάση να κρατάει, ώστε να φαίνεται, όσο το δυνατόν πιο επιβλητική και μετά απ’ αυτά την έφεραν στην πόλη της Αθήνας. Είχαν αποστείλει κήρυκες ως προσκόπους, οι οποίοι όταν έφθασαν στην πόλη κήρυσσαν ότι τους είχαν διατάξει.
Ιδού τι έλεγαν:


« ω Αθηναίοι, δεχτείτε με τιμές τον Πεισίστρατο, τον οποίο αυτοπροσώπως η Αθηνά ευδόκησε να τιμήσει, όσο κανέναν άλλο άνθρωπο και τον επαναφέρει στην Ακρόπολη της.»


Διασκορπίστηκαν αυτοί στην πόλη και κήρυτταν τα παραπάνω, ενώ εν τω μεταξύ διαδόθηκε στα περίχωρα ότι η Αθηνά επαναφέρει τον Πεισίστρατο και επειδή οι κάτοικοι της πόλεως πίστεψαν ότι η γυναίκα εκείνη ήταν η ίδια η θεά απέτειναν προσευχές προς την Άνθρωπο (σαν να ήταν θεά) και υποδεχόταν τον Πεισίστρατο.


Κι ο θεός κατασκεύασε άνθρωπο σκιάχτρο, όμοιο με το πρωτότυπο του, όπως λέει ο Όμηρος:


«ο ασημοδόξαρος Απόλλωνας φτιάχνει γοργά ένα σκιάχτρο, με τον Αινεία τον ίδιο που ‘μοιαζε και στ’ άρματα του ακόμα.»


Και για το πώς πρέπει να είναι αυτός ο άνδρας μας λέει ο Λουκιανός:


«το μαλλιαρό του το κορμί και η αγριάδα του δεν είναι άσχημα γιατί είναι αντρίκεια.»


Η Μήδεια επίσης μεταμφιέστηκε δίνοντας στο πρόσωπο της μια άλλη όψη: η Μήδεια με κάποιες ισχυρές αλοιφές έβαψε τα μαλλιά της λευκά και γέμισε το πρόσωπο και το σώμα της με ρυτίδες, ώστε όποιος την έβλεπε την θεωρούσε εντελώς γριά και αφού έπεισε ότι ήταν γριά καθάρισε – έβγαλε, την προσωπίδα και εμφανίστηκε χωρίς μάσκα.



Είπε λοιπόν σε μια θυγατέρα του Πελία να της φέρει καθαρό νερό, εκείνη εκτέλεσε αμέσως την εντολή της και λένε πως κλείστηκε σ’ ένα μικρό οικίσκο, όπου αφού έπλυνε ολόκληρο το σώμα της, το καθάρισε από τις επιδράσεις των φαρμάκων. Όταν αποκαταστάθηκε στην προηγούμενη κατάσταση κι εμφανίστηκε στον βασιλιά, προκάλεσε τεράστια κατάπληξη σ΄ όσους την είδαν, που πίστεψαν πως από κάποια θεία πρόνοια μεταλλάχτηκαν τα γηρατειά σε νεότητα κόρης και ομορφιά περίβλεπτη.
Ο μεγάλος Έλληνας φιλόσοφος Αριστοτέλης λέει ότι η τραγωδία είναι

«μίμηση πράξεως σοβαρής και τελείας».


Γι’ αυτό και ο πρώτος δραματουργός και ηθοποιός στον κόσμο,
ο Θέσπις από την Ικαρία της Αττικής


«ψιμυθίω ετραγώδησεν»,


δηλαδή έπαιξε βαμμένος και πρώτος κατασκεύασε μάσκες, τις οποίες φόρεσε και μιμήθηκε θεούς και ήρωες – παραδείγματα προς μίμηση και κακούς, ως παραδείγματα προς αποφυγή.


Ο Αριστοφάνης αναφέρει ότι ο τραγικός ποιητής Ευριπίδης διατηρούσε στο σπίτι του την μεγάλη συλλογή ενδυμάτων και προσωπίδων τις οποίες χρησιμοποιούσαν οι ηθοποιοί στις τραγωδίες του όταν έπαιζαν διάφορους ρόλους.



Ο Ευριπίδης έγραφε ξαπλωμένος στο πάτωμα κι όχι ίσια για να κάνει τους ρόλους των ηθοποιών χωλούς, δηλαδή κουτσούς. Γι’ αυτό φορούσε τα κουρέλια και τα ελεεινά φορέματα για να καταλάβει πως είναι πραγματικά ο φτωχός.
Στο σπίτι του διατηρούσε τα ενδύματα των ηθοποιών, δυστυχισμένων, άθλιων, φτωχών, χωλών (κουτσών), ζητιάνων και έκανε τους ηθοποιούς αλλιώτικους να μοιάζουν.
Ο τραγωδός διδάσκαλος λέει για την προσφορά της μίμησης:


«κι όσα δεν έχουμε από την φύση μας,
μας τα προσφέρει μαζεμένα η μίμηση»


και γι΄ αυτούς που μιμούνται την μορφή άλλων, τους ηθοποιούς και φορούν μάσκα και κρύβουν το πρόσωπο τους, τί κρύβουν στ΄ αλήθεια από κάτω;


ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ


Ο Μάγνης ο κωμωδιογράφος λέει:

"παράσερνε και ξερίζωνε τις βελανιδιές και τα πλατάνια και τους εχθρούς
(στο θέατρο), αλλά στο συμπόσιο δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η Συκοπέδιλη
(από φθηνό και εύθραυστο ξύλο συκιάς) δωροδοκία".


Οι ηθοποιοί σύμφωνα με τον Λουκιανό:
"ύστερα περιτυλίχτηκαν το σεμνό όνομα της αρετής, ανασήκωσαν τα φρύδια τους, ρυτίδωσαν τα μέτωπα τους κι αφήνοντας μεγάλες (μακριές) γενειάδες, πηγαινοέρχονται με ψεύτικη αυστηρότητα, κρύβοντας αισχρά κατάπτυστα ήθη, μοιάζοντας πάρα πολύ με τους ηθοποιούς της τραγωδίας, που αν τους βγάλει κανείς τα προσωπεία και τις χρυσοστόλιστες στολές, αυτό που απομένει είναι ένα γελοίο ανθρωπάκι, που είναι έμμισθος σε θεατρικό αγώνα (διαγωνισμό θεάτρου) για επτά (7) δραχμές".


Και πως θα φιλήσεις τον ηθοποιό; Μα αφού βγάλει την μάσκα.


"αλλά όπως στο αυγό, μα τον Δία, το τσόφλι, πρέπει να της βγάλεις απ΄ το κεφάλι το λέμμα
(το κέλυφος, το περίβλημα – μάσκα) και έτσι να την φιλήσεις".


Η προσωπίδα συνοδεύεται από περούκα, η οποία ονομάζεται περίθετος κεφαλή.


Στην Ελληνική γλώσσα η μάσκα ονομάζεται κόβαλο από το ρήμα κοβαλικεύω που σημαίνει παίζω το ρόλο του κατεργάρη, εξαπατώ.

Η μάσκα λοιπόν είναι απάτη, δόλος και κόβαλος θεωρείται ο μασκαράς, ο δόλιος, ο απατεώνας σύμφωνα με τον κωμικό ποιητή Αριστοφάνη.


Το χρώμα της μάσκας είναι ανάλογο με το χρώμα του προσώπου του ανθρώπου, ανάλογα με την κοινωνική του κατάσταση, την ψυχική του διάθεση ή το φύλο του ανθρώπου που παριστάνει:


Η ιδανική γυναίκα πρέπει να είναι σαν την Γαλάτεια,


«λευκόν τυρώ και γάλακτι και καλλίστη και λευκοτάτη»
δηλαδή
«λευκή σαν το τυρί και το γάλα και η ωραιότερη και η πιο άσπρη.»


Οι νέοι είναι καλύτερα να κοκκινίζουν από ντροπή παρά να κιτρινίζουν από τον φόβο τους,


«γιατί ο φόβος κιτρινίζει τα μάγουλα».


Ο ποιητής Μάγνης, ένας από τους πρώτους οι οποίοι δημιούργησαν την αρχαία κωμωδία

«βαπτόμενος βατραχειοίς»,
βαφόταν δηλαδή πράσινος σαν βάτραχος.


Όπως διηγούνται, ο Θησέας μεταμφίεσε άνδρες σε γυναίκες.
Λένε δηλαδή ότι ο Θησέας δεν είχε πάρει μαζί του στην Κρήτη όλες τις παρθένους που κληρώθηκαν για να γίνουν τροφή για τον Μινώταυρο, αλλά μεταξύ τους υπήρχαν και δύο νεαροί με γυναικεία μορφή, αλλά εύρωστοι και ανδρείοι και πρόθυμοι στην ψυχή. Αυτούς λοιπόν με θερμά λουτρά και αφού τους κράτησαν στην σκιά, με αλοιφές στα μαλλιά και κάθε δυνατή επιμέλεια ώστε να γίνει απαλό το δέρμα και το χρώμα, αφού τους άλλαξε όσο ήταν δυνατόν με παρθένους και να μην φαίνονται καθόλου ότι διαφέρουν, τους κατέταξε μεταξύ των παρθένων, χωρίς να το αντιληφθεί κανείς.
Και όταν επέστρεψε, συμμετείχε της πομπής και αυτός - και οι νεαροί – ντυμένος κατά τον ίδιο τρόπο, όπως ντύνονται όπως φορούν τα κλήματα που ονομάζονται ισχοί.

Τα φορούν προς τιμήν του Διονύσου και της Αριάδνης εις ανάμνησιν του μύθου ή μάλλον γιατί επέστρεψαν στην Αθήνα όταν γινόταν η συγκομιδή των καρπών.


Και οι γυναίκες θέλησαν να μοιάσουν με άνδρες, γι’ αυτό μεταμφιέστηκαν σε άνδρες στις εκκλησιάζουσες του Αριστοφάνη.
Πρώτα – πρώτα δεν ξύρισαν τις μασχάλες τους, και άφησαν τρίχες πιο πυκνές και από δάσος. Όταν έφευγε ο άνδρας τους άλειφαν με λάδι όλο το σώμα τους και καθόταν όλη μέρα στον ήλιο για να μαυρίσουν. Πέταξαν πρώτα απ΄ όλα το ξυράφι για να μαλλιάσουν ολόκληρες για να μη μοιάζουν καθόλου με γυναίκες και φόρεσαν ψεύτικα γένια. Στα πόδια τους είχαν Λακωνικές αρβύλες, στα χέρια τους κράτησαν ανδρικά μπαστούνια ή ρόπαλα και στο σώμα τους φόρεσαν ανδρικά φορέματα. Επίσης δεν έκαιγαν τις τρίχες του αιδοίου τους με λυχνάρι.


Οι Φωκείς λέει ο Ηρόδοτος έστειλαν ανδριάντα στους Δελφούς για το μάντη τους Τελλία ο οποίος καταγόταν από την Ηλεία, γιατί προς όφελος τους σοφίστηκε το εξής: όταν οι Φωκείς περικυκλώθηκαν από τους εχθρούς τους, τους Θεσσαλούς στον Παρνασσό, άλειψε με γύψο εξακόσιους (600) άνδρες, τους άριστους των Φωκέων, καθώς και τα όπλα τους και μ΄ αυτούς επιτέθηκε μέσα στη νύχτα κατά των Θεσσαλών που πανικοβλήθηκαν. Στη συνέχεια πανικοβλήθηκαν και όλοι οι στρατιώτες των Θεσσαλών οι οποίοι νόμισαν ότι έβλεπαν
τέρατα.


Ο μάντης Τελλίας χρησιμοποίησε την προσωπίδα για πρώτη φορά ως παραλλαγή – καμουφλάζ, για στρατιωτικούς σκοπούς και είχε πολλή μεγάλη επιτυχία.




Οι προσωπίδες χρησιμοποιήθηκαν και για την διαιώνιση του προσώπου βασιλέων και βασιλισσών.


Μεγάλο θαυμασμό προκάλεσαν οι ολόχρυσες προσωπίδες του 1600 π.χ. που βρέθηκαν στους βασιλικούς περιβόλους των Μυκηνών.




Μία από αυτές ο Σλήμαν την απέδωσε στον Αγαμέμνονα.
Σε άλλες, παρά την σχηματοποίηση έχουν αποδοθεί ατομικά χαρακτηριστικά που τις κάνουν να διαφέρουν η μία από τις άλλες προσωπίδες.




Τα νεκρικά προσωπεία δεν σκέπαζαν απ΄ ευθείας το πρόσωπο του νεκρού, αλλά ήταν στολίδια πάνω σε ξύλινες σαρκοφάγους ή τις νεκρικές οθόνες που περιτύλιγαν το νεκρό (σάβανα).




Τα χρυσά προσωπεία παρατηρούνται μόνο σε βασιλικούς νεκρούς.
Ένα μόνο προσωπείο ήταν κατασκευασμένο από φυσικό κράμα χρυσού και αργύρου το γνωστό και ως ήλεκτρο.
Χίλια (1000) χρόνια μετά τις Μυκήνες και από τον 6ο ως τον 4ο αιώνα π.χ χρυσές προσωπίδες τοποθετήθηκαν πάνω στα πρόσωπα των νεκρών.


Στην περιοχή της Σίνδου η οποία απέχει είκοσι χιλιόμετρα από την πόλη της Θεσσαλονίκης, τον Ιούνιο του 1980 έγινε ανασκαφή με αφορμή τα έργα υποδομής της ΕΤΒΑ (Ελληνικής Τράπεζας Βιομηχανικής Αναπτύξεως), στην Β΄ βιομηχανική περιοχή της Θεσσαλονίκης.
Τότε ήρθαν στο φως 121 τάφοι από την αρχαϊκή και πρώιμη κλασσική εποχή. Από τα σπάνια αντικείμενα των ασύλητων τάφων ξεχωρίζουν πέντε (5) χρυσές προσωπίδες. Στα πρόσωπα των νεκρών τις συγκρατούσαν με νήματα που στερεώνονταν σε τέσσερις τρύπες του χρυσού ελάσματος και δένονταν πίσω από το κεφάλι.




Οι τρισδιάστατες νεκρικές μάσκες με τα χαρακτηριστικά των νεκρών αποτελούσαν την Ελληνική συμβολή στην πάλη τους με το θάνατο, στην οποία νικά ο νεκρός, ο οποίος κρατά ζωντανό και αιώνιο το πρόσωπο του για να τον αναγνωρίσουν στην άλλη ζωή οι σύντροφοι του, νεκροί και ζωντανοί, όταν θα ξαναγυρίσει μετά το μεγάλο ταξίδι.




Οι Μακεδόνες του Μεγάλου Αλεξάνδρου μετέφεραν τα Ελληνικά ταφικά έθιμα στην Αίγυπτο τον 4ο π.χ. αιώνα. Μετά την κατάκτηση της Αιγύπτου από τον στρατηλάτη Αλέξανδρο, η περιοχή του Φαγιούμ παραχωρήθηκε σε Μακεδόνες και άλλους Έλληνες βετεράνους, σαν ανταμοιβή για τις στρατιωτικές τους υπηρεσίες.
Το Φαγιούμ είναι μια μαγευτική τοποθεσία 60 χιλιόμετρα νότια του Καΐρου στη δυτική όχθη του Νείλου.


Οι νέοι κληρονομικοί ιδιοκτήτες της Αιγυπτιακής γης ονομαζόταν κληρούχοι.
Οι Έλληνες δεν ήταν οι μόνοι μετανάστες στο Φαγιούμ, αλλά και Εβραίοι, Σύριοι, Λίβυοι που συχνά παντρευόταν μεταξύ τους, ή με τους γηγενείς Αιγυπτίους και διαμόρφωναν σταδιακά μια κοσμοπολίτικη κοινωνία με έντονο το στοιχείο του συγκρητισμού στις παραδόσεις και τη θρησκεία της.


Αρχικά οι Έλληνες και άλλοι ξένοι που εγκαταστάθηκαν στην Αίγυπτο έμειναν σταθερά προσκολλημένοι στις δικές τους πεποιθήσεις και θεότητες, ωστόσο οι Αιγυπτιακές θρησκευτικές παραδόσεις που οι ρίζες τους χάνονταν στα βάθη των αιώνων, δεν ήταν εύκολο να σβήσουν ή να αγνοηθούν.


Περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε στα ιστολόγια της Ευγενίας Κούκουρα:


http://eugeniakoukoura.blogspot.com/2009/03/blog-post.html


http://koukoura.blogspot.com/




Η Ευγενία Κούκουρα έχει πτυχίο του Α.Π.Θ του τμήματος αρχαιολογίας-ιστορίας,
μιλά 8 γλώσσες, εργάζεται ως ξεναγός, ασχολείται με τη συγγραφή βιβλίων
και ασχολείται  με  πολλά άλλα  που δε μπορώ να αναφέρω επαρκώς, αφού το βιογραφικό της περιλαμβάνει αρκετές σελίδες.
Στην εκπαιδευτική εκπομπή της στην Εγνατία Τηλεόραση με τίτλο
«Όσα Μύθια Τόση Αλήθεια» ξεδιπλώνεται η αγάπη της για τη μυθολογία και την ιστορία, 
Υπήρξα μαθήτρια της Ευγενίας Κούκουρα και έχω τη μεγάλη τύχη να είμαι στενή της φίλη, καρδιακή, μοιραζόμαστε χίλια δυό πράγματα, αλλά κυρίως την αγάπη για την Αρχαία Ελληνική Γραμματεία.
Την ευχαριστώ που μου έδωσε την άδεια να φιλοξενήσω λίγα αποσπάσματα από το βιβλίο της που θα μας δώσουν μια μικρή ιδέα για τη μάσκα και πως αυτή χρησιμοποιήθηκε.


Ευγενία μου σε ευχαριστώ από καρδιάς.


Creative Commons License

Creative Commons Αναφορά προέλευσης-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 3.0 Μη εισαγόμενο.